Σε σύνολο επενδύσεων €20 δις που γίνονται τον χρόνο, οι επενδύσεις των €6,75 δις (κοινοτικές και εθνικές) του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) έχουν σημαντικό ρόλο να παίξουν. Η στόχευσή τους όμως, καθώς και η στασιμότητα τους, διαχρονικά, λόγω δημοσιονομικής στενότητας σηματοδοτεί την περιορισμένη συμβολή τους στην ανάκαμψη της αναπτυξιακής διαδικασίας. Συνεπώς οι δημόσιοι πόροι που ενισχύουν ιδιωτικές επενδύσεις στο πλαίσιο του αναπτυξιακού νόμου θα είναι ανεπαρκείς κατά τα επόμενα χρόνια, εξ’ ου και ο σημαντικός ρόλος που καλούνται να παίξουν οι φοροαπαλλαγές και το 12ετές σταθερό φορολογικό περιβάλλον για μεγάλες επενδύσεις, ως κίνητρα προσέλκυσης επενδύσεων.
Το ΕΣΠΑ 2014-2020 των €26 δις περιλαμβάνει και αμιγώς επενδυτικές δράσεις, κυρίως στους τομείς των επιχειρησιακών προγραμμάτων ανταγωνιστικότητας, επιχειρηματικότητας και καινοτομίας (€4,7 δις), και, υποδομών μεταφορών, περιβάλλοντος και αειφόρου ανάπτυξης (€5,2 δις), που στον βαθμό που συμμετέχει το κράτος καταγράφονται αναλογικά ως δημόσιες επενδύσεις. Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι διαθέσιμοι πόροι που μπορούν να κινητοποιηθούν τα επόμενα χρόνια δεν είναι παρά ένα μικρό μέρος των επενδυτικών αναγκών της χώρας που, δεδομένης και της αρνητικής εθνικής αποταμίευσης, αναγκαστικά θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν από ξένα κεφάλαια ώστε να υπάρξει ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση οφείλει να δεσμευτεί για ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο και να προχωρήσει σε οριζόντιες επενδυτικές φοροαπαλλαγές, στη μορφή υπεραποσβέσεων, σε όλες τις ιδιωτικές επενδύσεις, και όχι μόνο σε εκείνες που εντάσσονται στον αναπτυξιακό νόμο, που από μόνες τους δεν είναι σε θέση να κάνουν τη διαφορά. Σε συνθήκες υπερφορολόγησης της ιδιωτικής οικονομίας, οι υπεραποσβέσεις μπορούν να αντισταθμίσουν μερικώς τις αναπόφευκτα αρνητικές επιπτώσεις του Μνημονίου στην οικονομική δραστηριότητα, και να οδηγήσουν, με μεγαλύτερη ασφάλεια, την εθνική οικονομία σε σταθερότερο περιβάλλον.
Βιομηχανική παραγωγή και εξαγωγές συνεχίζουν να επιδεικνύουν ανθεκτικότητα, στο πλαίσιο μιας αγοράς εργασίας με καλή πορεία σε ό,τι αφορά την απασχόληση, αλλά και εν μέσω συνεχιζόμενου αποπληθωρισμού και υποχώρησης μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Την ίδια ώρα η εκτέλεση του προϋπολογισμού ωφελείται από τα εισπρακτικά μέτρα του 2016 και την ταμειακή συγκράτηση πληρωμών, παρά την αύξηση ορισμένων κατηγοριών δαπανών, κοινωνικού κυρίως χαρακτήρα.
Καθώς επίκειται η επαναφορά του φόρου υπεραξίας και η εισαγωγή νέων διαδικασιών στις μεταβιβάσεις ακινήτων, οι προοπτικές της αγοράς ακινήτων παραμένουν αρνητικές. Η κρίση και η φορολογία οδήγησαν σε απαξίωση την ακίνητη περιουσία με αποτέλεσμα νοικοκυριά και επιχειρήσεις να είναι όμηροι των ακινήτων που έχουν στην κυριότητά τους, τα οποία δεν μπορούν ούτε να εξυπηρετήσουν φορολογικά ούτε να πουλήσουν με ευκολία. Η ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων είναι αναπόσπαστο μέρος οποιουδήποτε σεναρίου ανάκαμψης της οικονομίας και απαιτεί την οριστική κατάργηση του φόρου υπεραξίας, που δρα αντιαναπτυξιακά εμποδίζοντας την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, καθώς οποιοσδήποτε αγοράζει ακίνητο αναγκάζεται να προεξοφλήσει από τώρα τον φόρο που θα πληρώσει στο μέλλον. Επιπλέον απαιτείται η δραστική απλοποίηση της διαδικασίας μεταβίβασης, η δημιουργία ενός πιο λειτουργικού πλαισίου για τη δυνατότητα αξιοποίησης ή διάθεσης ακινήτων με πολλούς συνιδιοκτήτες και η διαχρονική τοποθέτηση των αντικειμενικών αξιών λίγο κάτω από τις ελάχιστες διαθέσιμες αγοραίες.
Το ΕΣΠΑ 2014-2020 των €26 δις περιλαμβάνει και αμιγώς επενδυτικές δράσεις, κυρίως στους τομείς των επιχειρησιακών προγραμμάτων ανταγωνιστικότητας, επιχειρηματικότητας και καινοτομίας (€4,7 δις), και, υποδομών μεταφορών, περιβάλλοντος και αειφόρου ανάπτυξης (€5,2 δις), που στον βαθμό που συμμετέχει το κράτος καταγράφονται αναλογικά ως δημόσιες επενδύσεις. Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι διαθέσιμοι πόροι που μπορούν να κινητοποιηθούν τα επόμενα χρόνια δεν είναι παρά ένα μικρό μέρος των επενδυτικών αναγκών της χώρας που, δεδομένης και της αρνητικής εθνικής αποταμίευσης, αναγκαστικά θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν από ξένα κεφάλαια ώστε να υπάρξει ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση οφείλει να δεσμευτεί για ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο και να προχωρήσει σε οριζόντιες επενδυτικές φοροαπαλλαγές, στη μορφή υπεραποσβέσεων, σε όλες τις ιδιωτικές επενδύσεις, και όχι μόνο σε εκείνες που εντάσσονται στον αναπτυξιακό νόμο, που από μόνες τους δεν είναι σε θέση να κάνουν τη διαφορά. Σε συνθήκες υπερφορολόγησης της ιδιωτικής οικονομίας, οι υπεραποσβέσεις μπορούν να αντισταθμίσουν μερικώς τις αναπόφευκτα αρνητικές επιπτώσεις του Μνημονίου στην οικονομική δραστηριότητα, και να οδηγήσουν, με μεγαλύτερη ασφάλεια, την εθνική οικονομία σε σταθερότερο περιβάλλον.
Βιομηχανική παραγωγή και εξαγωγές συνεχίζουν να επιδεικνύουν ανθεκτικότητα, στο πλαίσιο μιας αγοράς εργασίας με καλή πορεία σε ό,τι αφορά την απασχόληση, αλλά και εν μέσω συνεχιζόμενου αποπληθωρισμού και υποχώρησης μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Την ίδια ώρα η εκτέλεση του προϋπολογισμού ωφελείται από τα εισπρακτικά μέτρα του 2016 και την ταμειακή συγκράτηση πληρωμών, παρά την αύξηση ορισμένων κατηγοριών δαπανών, κοινωνικού κυρίως χαρακτήρα.
Καθώς επίκειται η επαναφορά του φόρου υπεραξίας και η εισαγωγή νέων διαδικασιών στις μεταβιβάσεις ακινήτων, οι προοπτικές της αγοράς ακινήτων παραμένουν αρνητικές. Η κρίση και η φορολογία οδήγησαν σε απαξίωση την ακίνητη περιουσία με αποτέλεσμα νοικοκυριά και επιχειρήσεις να είναι όμηροι των ακινήτων που έχουν στην κυριότητά τους, τα οποία δεν μπορούν ούτε να εξυπηρετήσουν φορολογικά ούτε να πουλήσουν με ευκολία. Η ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων είναι αναπόσπαστο μέρος οποιουδήποτε σεναρίου ανάκαμψης της οικονομίας και απαιτεί την οριστική κατάργηση του φόρου υπεραξίας, που δρα αντιαναπτυξιακά εμποδίζοντας την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, καθώς οποιοσδήποτε αγοράζει ακίνητο αναγκάζεται να προεξοφλήσει από τώρα τον φόρο που θα πληρώσει στο μέλλον. Επιπλέον απαιτείται η δραστική απλοποίηση της διαδικασίας μεταβίβασης, η δημιουργία ενός πιο λειτουργικού πλαισίου για τη δυνατότητα αξιοποίησης ή διάθεσης ακινήτων με πολλούς συνιδιοκτήτες και η διαχρονική τοποθέτηση των αντικειμενικών αξιών λίγο κάτω από τις ελάχιστες διαθέσιμες αγοραίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου