(Κινδυνεύω να θεωρηθώ οπισθοδρομικός και «παλαιομοδίτικος». Μπορεί να είναι και έτσι. Όπως και να το θεωρήσετε εγώ θα σας πω ότι τώρα , αυτόν τον καιρό με τις Πανελλήνιες Εξετάσεις, κανένας δεν θα με εμποδίσει να επικοινωνώ με τους νέους μας. Με τον τρόπο μου).
Ο Ηλίας, μαθητής του Γυμνασίου Αγνάντων κάθε βδομάδα έφευγε από την Άγναντα και πήγαινε στο χωριό του, Το Γραικικό. Σάββατο απόγευμα αναχωρούσε για το χωριό του, μαζί με άλλους συγχωριανούς-συμμαθητές του και Κυριακή απόγευμα επέστρεφαν. Χρόνια, το ίδιο δρομολόγιο.
Είχε μεσιάσει η χρονιά. Είχε μπει ο Φλεβάρης και Δευτέρα θα έδιναν τις εξαμηνιαίες εξετάσεις. Στο χωριό του, Κυριακή πρωί, πήρε την απόφαση μαζί με έναν φίλο, συγχωριανό, συμμαθητή και συνοδοιπόρο. «Θα φύγουμε αύριο, Δευτέρα κατά τις πέντε το πρωί και θα πάμε κατευθείαν στο Σχολείο να γράψουμε». Έτσι και έγινε.
Πουρνό -πουρνό ξεκίνησαν με τον «τρουβά» φορτωμένο, για τον αγώνα της μάθησης. Πέρασαν τη Σγάρα και μόλις άρχισαν να ανηφορίζουν, εκεί στις Κερασιές, έπιασε μια βροχή, άλλο πράμα. Ξέρετε από εκείνες τις βροχές που συχνά-πυκνά πιάνει στο Τζουμέρκο και ... «χάνεται η φύση». Μπόρα, δρολάπι, γαζέπι, να δουν τα μάτια σας. Τα ρούχα τους μουσκίδι! Βάραιναν καμιά δεκαριά κιλά. Αγκομαχώντας έφτασαν στην Αγία Παρασκευή. Εκεί, διαπίστωσαν και το πρόβλημα. Πώς θα πάμε στο Σχολείο;
Ο φίλος του ούτε που το σκέφτηκε. «Θα πάω, όπως είμαι. Μούσκεμα. Δεν πειράζει. Θα στεγνώσω στη σόμπα». Ο Ηλίας, όμως, φορούσε ένα παντελόνι φανελένιο, είχε κολλήσει επάνω του και δεν μπορούσε πλέον να περπατήσει. Εσωτερικώς-τι να λέμε- ήταν «φλογέρα», τουτέστιν δεν φορούσε σώβρακο. Πάνω του φορούσε μια παλτατούκα που έφτανε μέχρι τα κότσια. Untra και πάλι Untra. Το αποφάσισε. Έβγαλε το παντελόνι, το έβαλε πάνω σε έναν κέδρο, κούμπωσε την παλτατούκα, τον έσωσαν και εκείνες οι μπότες, - μέχρι το γόνατο έφταναν - και, βουρ, για το Σχολείο
Στο δρόμο μάλιστα το γλεντούσαν. Ούτε στιγμή δεν σταμάτησαν το τραγούδι: «Μεσ' το πέρα μέσ' τον δώθε, παν' τα αρχ .α πέρα δώθε». Από μέσα ασκέπαστο καμπαναριό, βάραγαν τα γλωσσίδια λες και είχαν συναγερμό τα ΤΕΑ.
Έφτασαν κάποτε και στο Σχολείο. Κάθισαν σε ένα θρανίο, κοντά στη σόμπα, κι άρχισαν να γράφουν. Ο Ηλίας με το αριστερό χέρι κρατούσε τα κουμπιά της μπέρτας στο επίμαχο σημείο, μην κοπεί κανένα κουμπί και τότε. Μα, οι υπόλοιποι μαθητές, είχαν μάθει οι διαόλοι την κατάσταση, κοιτούσαν όλοι τον Ηλία και γελούσαν. Ο επιτηρών καθηγητής θεώρησε πως ο Ηλίας αντιγράφει.
-Σήκω επάνω, αντιγραφέα. Ξεκουμπώσου. Έχεις το σκονάκι εκεί μέσα και αντιγράφεις. Εμένα θα γελάσεις; Ντροπή σου.
-Μα κύριε καθηγητά, δεν αντιγράφω, ψέλλισε ζεματισμένος.
-Αντιγράφεις. Τώρα αμέσως πάμε στον κ. Γυμνασιάρχη.
Κατευθείαν, λοιπόν στον κ. Γυμνασιάρχη, στον Παντελή.
-Χμ., κακή σου ημέρα. Γιατί αντιγράφεις; Ξεκουμπώσου.
Ο Ηλίας δεν άντεξε και κλαίγοντας είπε με τρεμάμενη φωνή.
-Κύριε Γυμνασιάρχα. Δεν μπορώ να ξεκουμπωθώ. Θα αποκαλυφθώ..,
και του εξιστόρησε την πραγματικότητα.
Ο Παντελής προς έκπληξη όλων δάκρυσε και του έδωσε δέκα δραχμές «για να αγοράσεις, μωρέ χαμένε, ένα σώβρακο. Χαμένε, ε, χαμένε, κακή σου ημέρα.»
Φέτος το καλοκαίρι που τον συνάντησα τον Ηλία στο χωριό του, τον ρώτησα.
-Ηλία, εκείνο το παντελόνι το πήρες από την Αγία Παρασκευή;
-Α, μπα, ήταν η απάντησή του. Πήγα, αλλά δεν το βρήκα. Ποιος ξέρει; Κάποιος θα το πήρε και έφτιαξε σκιάχτρο για τα πουλιά.
Σκιάχτρο, λοιπόν, το παντελόνι του Ηλία.
Το σκιάχτρο, όμως, το πρόχειρο αυτό ανθρωπόμορφο κατασκεύασμα που στήνεται σε χωράφια, αγρούς ή κήπους για να φοβίζει τα πουλιά και να τα απομακρύνει από τους καρπούς και τα φρούτα δεν απόδιωξε τον Ηλία από τη μάχη και τον προορισμό του, αλλά τον ατσάλωσε περισσότερο και πολλαπλασίασε τις προσπάθειές του, για ένα καλύτερο αύριο, αφού δεν «σκιάχτηκε» από αυτές και άλλες, αναρίθμητες, αντίξοες καταστάσεις. Απλά μετέβαλε το μέλλον σε παρόν. Αγωνίστηκε, σπούδασε, πρόκοψε και είναι, πλέον, ένας σωστός οικογενειάρχης και ένας πανάξιος Διευθυντής σε ονομαστό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα. Και μόνο η παρουσία του, το μειλίχιο ύφος του, το «παραγέμισμα» από γνώσεις, συνιστά αληθινή εγγύηση για τα παιδιά, φωτεινό παράδειγμα και μοναδικό σύμβολο αγωνιστικότητας. Έναν Ηλία, ας έχουν οι νέοι μέσα τους και να ξέρουν ότι νομοτελειακά ο αγώνας της ζωής θα είναι γι' αυτούς νικηφόρος.
Χρήστος Τούμπουρος
Ο Ηλίας, μαθητής του Γυμνασίου Αγνάντων κάθε βδομάδα έφευγε από την Άγναντα και πήγαινε στο χωριό του, Το Γραικικό. Σάββατο απόγευμα αναχωρούσε για το χωριό του, μαζί με άλλους συγχωριανούς-συμμαθητές του και Κυριακή απόγευμα επέστρεφαν. Χρόνια, το ίδιο δρομολόγιο.
Είχε μεσιάσει η χρονιά. Είχε μπει ο Φλεβάρης και Δευτέρα θα έδιναν τις εξαμηνιαίες εξετάσεις. Στο χωριό του, Κυριακή πρωί, πήρε την απόφαση μαζί με έναν φίλο, συγχωριανό, συμμαθητή και συνοδοιπόρο. «Θα φύγουμε αύριο, Δευτέρα κατά τις πέντε το πρωί και θα πάμε κατευθείαν στο Σχολείο να γράψουμε». Έτσι και έγινε.
Πουρνό -πουρνό ξεκίνησαν με τον «τρουβά» φορτωμένο, για τον αγώνα της μάθησης. Πέρασαν τη Σγάρα και μόλις άρχισαν να ανηφορίζουν, εκεί στις Κερασιές, έπιασε μια βροχή, άλλο πράμα. Ξέρετε από εκείνες τις βροχές που συχνά-πυκνά πιάνει στο Τζουμέρκο και ... «χάνεται η φύση». Μπόρα, δρολάπι, γαζέπι, να δουν τα μάτια σας. Τα ρούχα τους μουσκίδι! Βάραιναν καμιά δεκαριά κιλά. Αγκομαχώντας έφτασαν στην Αγία Παρασκευή. Εκεί, διαπίστωσαν και το πρόβλημα. Πώς θα πάμε στο Σχολείο;
Ο φίλος του ούτε που το σκέφτηκε. «Θα πάω, όπως είμαι. Μούσκεμα. Δεν πειράζει. Θα στεγνώσω στη σόμπα». Ο Ηλίας, όμως, φορούσε ένα παντελόνι φανελένιο, είχε κολλήσει επάνω του και δεν μπορούσε πλέον να περπατήσει. Εσωτερικώς-τι να λέμε- ήταν «φλογέρα», τουτέστιν δεν φορούσε σώβρακο. Πάνω του φορούσε μια παλτατούκα που έφτανε μέχρι τα κότσια. Untra και πάλι Untra. Το αποφάσισε. Έβγαλε το παντελόνι, το έβαλε πάνω σε έναν κέδρο, κούμπωσε την παλτατούκα, τον έσωσαν και εκείνες οι μπότες, - μέχρι το γόνατο έφταναν - και, βουρ, για το Σχολείο
Στο δρόμο μάλιστα το γλεντούσαν. Ούτε στιγμή δεν σταμάτησαν το τραγούδι: «Μεσ' το πέρα μέσ' τον δώθε, παν' τα αρχ .α πέρα δώθε». Από μέσα ασκέπαστο καμπαναριό, βάραγαν τα γλωσσίδια λες και είχαν συναγερμό τα ΤΕΑ.
Έφτασαν κάποτε και στο Σχολείο. Κάθισαν σε ένα θρανίο, κοντά στη σόμπα, κι άρχισαν να γράφουν. Ο Ηλίας με το αριστερό χέρι κρατούσε τα κουμπιά της μπέρτας στο επίμαχο σημείο, μην κοπεί κανένα κουμπί και τότε. Μα, οι υπόλοιποι μαθητές, είχαν μάθει οι διαόλοι την κατάσταση, κοιτούσαν όλοι τον Ηλία και γελούσαν. Ο επιτηρών καθηγητής θεώρησε πως ο Ηλίας αντιγράφει.
-Σήκω επάνω, αντιγραφέα. Ξεκουμπώσου. Έχεις το σκονάκι εκεί μέσα και αντιγράφεις. Εμένα θα γελάσεις; Ντροπή σου.
-Μα κύριε καθηγητά, δεν αντιγράφω, ψέλλισε ζεματισμένος.
-Αντιγράφεις. Τώρα αμέσως πάμε στον κ. Γυμνασιάρχη.
Κατευθείαν, λοιπόν στον κ. Γυμνασιάρχη, στον Παντελή.
-Χμ., κακή σου ημέρα. Γιατί αντιγράφεις; Ξεκουμπώσου.
Ο Ηλίας δεν άντεξε και κλαίγοντας είπε με τρεμάμενη φωνή.
-Κύριε Γυμνασιάρχα. Δεν μπορώ να ξεκουμπωθώ. Θα αποκαλυφθώ..,
και του εξιστόρησε την πραγματικότητα.
Ο Παντελής προς έκπληξη όλων δάκρυσε και του έδωσε δέκα δραχμές «για να αγοράσεις, μωρέ χαμένε, ένα σώβρακο. Χαμένε, ε, χαμένε, κακή σου ημέρα.»
Φέτος το καλοκαίρι που τον συνάντησα τον Ηλία στο χωριό του, τον ρώτησα.
-Ηλία, εκείνο το παντελόνι το πήρες από την Αγία Παρασκευή;
-Α, μπα, ήταν η απάντησή του. Πήγα, αλλά δεν το βρήκα. Ποιος ξέρει; Κάποιος θα το πήρε και έφτιαξε σκιάχτρο για τα πουλιά.
Σκιάχτρο, λοιπόν, το παντελόνι του Ηλία.
Το σκιάχτρο, όμως, το πρόχειρο αυτό ανθρωπόμορφο κατασκεύασμα που στήνεται σε χωράφια, αγρούς ή κήπους για να φοβίζει τα πουλιά και να τα απομακρύνει από τους καρπούς και τα φρούτα δεν απόδιωξε τον Ηλία από τη μάχη και τον προορισμό του, αλλά τον ατσάλωσε περισσότερο και πολλαπλασίασε τις προσπάθειές του, για ένα καλύτερο αύριο, αφού δεν «σκιάχτηκε» από αυτές και άλλες, αναρίθμητες, αντίξοες καταστάσεις. Απλά μετέβαλε το μέλλον σε παρόν. Αγωνίστηκε, σπούδασε, πρόκοψε και είναι, πλέον, ένας σωστός οικογενειάρχης και ένας πανάξιος Διευθυντής σε ονομαστό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα. Και μόνο η παρουσία του, το μειλίχιο ύφος του, το «παραγέμισμα» από γνώσεις, συνιστά αληθινή εγγύηση για τα παιδιά, φωτεινό παράδειγμα και μοναδικό σύμβολο αγωνιστικότητας. Έναν Ηλία, ας έχουν οι νέοι μέσα τους και να ξέρουν ότι νομοτελειακά ο αγώνας της ζωής θα είναι γι' αυτούς νικηφόρος.
Χρήστος Τούμπουρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου